ἀνιχνεύοντας

ἀνιχνεύοντας
ἀνιχνεύω
track
pres part act masc acc pl
ἀνιχνεύω
track
pres part act masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • εκκυνώ — ἐκκυνῶ ( έω) (Α) (για σκυλί) δεν ακολουθώ τα ίχνη, περιπλανιέμαι ανιχνεύοντας …   Dictionary of Greek

  • προδείκνυμι — και προδεικνύω Α 1. δείχνω κάτι ως παράδειγμα («τὸν ζωστῆρα προδείξαντα» αφού έδειξε τη χρήση τού ζωστήρα, Ηρόδ.) 2. δείχνω εκ τών προτέρων τί πρόκειται να συμβεί 3. εξηγώ κάτι πρώτος («ὅταν προδείξης οἷον ἐστι τὸ φθονεῑν», Σοφ.) 4. καθιστώ εκ… …   Dictionary of Greek

  • Κιουρί, Πιέρ και Μαρί — (Pierre Curie, Παρίσι 1859 – 1906· Marie Curie, Βαρσοβία 1867 – Σανσελέμος, Σαβοΐα 1934). Ζευγάρι Γάλλων επιστημόνων, η φήμη των οποίων συνδέθηκε ιδιαίτερα με την ανακάλυψη του ραδίου και τις θεμελιώδεις μελέτες για τη ραδιενέργεια. Ο Πιερ Κ.… …   Dictionary of Greek

  • πυρήνας ατομικός — Στη φυσική, το κεντρικό, εξαιρετικά συμπαγές και θετικά φορτισμένο μέρος του ατόμου. Γύρω από τον πυρήνα κινούνται τα ηλεκτρόνια φορτισμένα αρνητικά. Οι διαστάσεις των πυρήνων είναι της τάξης μεγέθους 10 13 ÷10 12 εκ. (κλάσμα ίσο με ένα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”